03/12/2007

Ο μονόλογος της λερωμένης μοκέτας

Είμαι η μοκέτα του σαλονιού σου. Ποτέ δε σου άρεσα, το ξέρω. Ήταν μάλλον γιατί δε με διάλεξες, σου έλαχα. Ήρθα πακέτο με το διαμέρισμα που νοίκιασες και δεν μπορούσες να με ξεφορτωθείς χωρίς την άδεια του ιδιοκτήτη (εκτός αν ήθελες να αναλάβεις τα έξοδα αντικατάστασης. Που δεν ήθελες). Είμαι κολλημένη στο πάτωμα και δεν έχω λόγο στο ποιος θα με πατήσει. Και με έχουν πατήσει πολλοί. Ανήκω βλέπεις σε ένα διαμέρισμα που πολλοί το έχουν κάνει προσωρινή κατοικία τους, αλλά κανένας σπίτι. Ποιος αντέχει να ζήσει για πολύ σε 20 τετραγωνικά χωρίς θέρμανση; Κανέναν δεν κατηγορώ που δεν έμεινε. Ούτε κανένας τους μου λείπει.

Ενώ λοιπόν δε σου άρεσα, βρεθήκαμε να συγκατοικούμε. Τα πηγαίναμε καλά, με καθάριζες εβδομαδιαία με την ηλεκτρική σκούπα και τέλος πάντων διατηρούσαμε μια αξιοπρεπή σχέση. Μέχρι που ένα βράδυ με λέρωσες. Δεν ήταν ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα. Ήταν το βράδυ που γύρισες σπίτι με τον Μιχάλη. Τον Μιχάλη δεν τον είχα ξαναδεί, τον είχα ακουστά όμως, από κάτι ψυθιριστά τηλεφωνήματα. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί του μιλούσες ψιθιριστά. Μόνη σου ήσουν στο σπίτι κάθε φορά που του μιλούσες. Εκτός από μία φορά που ήταν ο Δήμος εκεί. Τότε το έκλεισες το τηλέφωνο και είπες στο Δήμο ότι στο έκλεισαν εσένα. Δεν ξέρω αν το πρόσεξε ο Δήμος, αλλά κοκκίνησες όταν το έλεγες αυτό. Εγώ φυσικά το πρόσεξα.

Α ναι, ο Δήμος. Παρόν στη ζωή σου τους τελευταίους μήνες. Σαν κι εμένα ένα πράγμα. Κι αυτός σου 'λαχε, κατά μία έννοια. Είχες κουραστεί να είσαι μόνη σου, σ'αυτή τη μεγάλη πόλη. Ήθελες μια συντροφιά, αλλά ποτέ δεν ήσουν ιδιαίτερα δημοφιλής. Ο Δήμος έδειξε ενδιαφέρον, γιατί όχι; Ήταν μια αξιοπρέπής επιλογή. Μέχρι να προχωρήσεις πιο πέρα, τουλάχιστον. Παράπονο δεν είχες, καλά περνούσατε. Όλα τα χατήρια σου έκανε, σ'ερωτεύτηκε, βλέπεις. Κι εσύ τον πατούσες, όπως πατάς εμένα. Όχι επειδή είσαι κακός άνθρωπος, αλλά επειδή δεν είσαι συνηθισμένη να κοιτάς κάτω.

Τέλος πάντων, επιστρέφω στη νύχτα που με λέρωσες. Λοιπόν...Ο Μιχάλης είναι ήδη στο σπίτι σου, θέλει λέει να του δανείσεις το βιβλίο που του ΄λεγες. Άρχισε να ξεφυλλίζει το βιβλίο. Να βάλω μουσική Μιχάλη μου, ρωτάς τάχα αδιάφορα. Βεβαίως λέει αυτός και στρογγυλοκάθεται στο πάτωμα. (Από έπιπλα μόνο το κρεβάτι, ένα τραπέζι και μία καρέκλα στα 20 τετραγωνικά, τι να έκανε ο έρμος). Πετάγεσαι εσύ στο μπάνιο, ψεκάζεσαι με λίγο άρωμα και κοιτιέσαι καλά καλά στον καθρέφτη. (Σε είδα, ξεχνάς ότι η πόρτα του μπάνιου σου ποτέ δεν έκλεινε καλά; Και ναι, και ό Μιχάλης σε είδε. Του χάρισες ένα χαμόγελο ικανοποίησης).

Δε θα προχωρήσω σε λεπτομέρειες για το τι ακολούθησε. Λίγο-πολύ όλοι έχουμε δει κάτι ανάλογο σε ταινίες. Άραγε θα ξέραμε τι να κάνουμε χωρίς αυτές; Το ένα έφερε το άλλο λοιπόν και τσουπ: Δίνεις μία με το πόδι σου στο ποτήρι με το κρασί (είχε αυτοσερβιριστεί ο Μιχάλης όσο ήσουν στο μπάνιο. Εσύ, κυρία! Του είπες ότι δεν πίνεις). Έτσι λούστηκα εγώ με κρασί κόκκινο φτηνιάρικο. Ώσπου να στεγνώσω είχε φύγει ο Μιχάλης κι εσύ ήσουν σε μια γωνιά και έκλαιγες.

Την άλλη μέρα το πρωί σου τηλεφώνησε ο Δήμος. Και καθώς του μιλούσες πρόσεξες τον λεκέ πάνω μου. Βρήκες μια δικαιολογία για να του το κλείσεις γρήγορα και έπεσες στα γόνατα προσπαθώντας να με καθαρίσεις. Και δώστου το κλάμα. Δεν καθαρίζουν με δάκρυα το κρασί, σου φώναζα, αλλά πού να με ακούσεις. Το βράδυ που γύρισες σπίτι, έφερες ένα κακάσχημο πράσινο χαλάκι (ήταν σε προσφορά) και το έστρωσες επάνω μου.

Τον Δήμο δεν τον ξαναείδες. Ήθελες και ήθελε. Αλλά αποφάσισες να τιμωρήσεις τον εαυτό σου και να μην κάνεις αυτό που σε έκανε να νιώθεις πιο γυναίκα. Πώς να δικαιολογήσεις στον εαυτό σου παραπάνω από μία μέρα ευτυχίας; Ο Μιχάλης ποτέ δεν έμαθε τι έγινε εκείνη τη νύχτα. Όταν σε ρώτησε για το καινούριο σου απόκτημα του είπες ότι ποτέ δε σου άρεσα και πως επιτέλους βρήκες τον τρόπο να μη με βλέπεις. Πρόσεξε όμως ότι από τότε ήσουν πιο γλυκειά μαζί του, σαν να τον υπολόγιζες παραπάνω, σαν τα μάτια σου ξαφνικά να κατέβηκαν στο ύψος του.

Από εκείνη τη μέρα δεν ανασήκωσες το πράσινο χαλί ούτε μία φορά. Δεν ξαναείδες τον λεκέ. Κάθε φορά όμως που βλέπεις το χαλί, ξέρεις τι σκεπάζει. Ξέρεις ότι -όπως κι εμένα- ούτε αυτό το χαλί ουσιαστικά το διάλεξες. Και όσο και να θέλεις να το ξεχάσεις εγώ θα είμαι πάντα από κάτω και θα έχω πάντα τον λεκέ: σουβενίρ της μόνης νύχτας που έκανες αυτό που ήθελες, της νύχτας που σε τρόμαξε ο ίδιος σου ο ευατός. Και αν τώρα πατάς το νέο χαλί, από κάτω και πάλι εμένα ουσιαστικά πατάς. Τουλάχιστον πιο πριν το έκανες χωρίς προσχήματα και χωρίς δικαιολογίες. Τουλάχιστον πριν μου έδινες την άδεια να είμαι το χαλί σου.

27/11/2007

Ο μονόλογος του πικραμένου ξυπνητηριού

Είμαι το ξυπνητήρι σου. Το πικραμένο ξυπνητήρι σου. Δεν ήμουν πάντα έτσι. Όταν με αγόρασες ήμουν γεμάτος όρεξη για δουλειά. Ούτε μπαταρία δε χειάστηκε να αγοράσεις- συμπεριλαμβανόταν στην τιμή. Και σημειώνω ότι 2 χρόνια μετά ακόμα δεν έχει χρειαστεί να την αλλάξεις.

Δεν ξέρω αν θυμάσαι, αλλά από την αρχή ήμουν στρατιώτης. Κι εσύ ο στρατηγός. Ό,τι ώρα και αν με πρόσταζες πάντα έκτελούσα το καθήκον μου. Ακόμα και αν το προηγούμενο βράδυ το είχαμε περάσει με ποτά και παρέες ή προσπαθώντας να τελειώσουμε μια εργασία που έπρεπε να παραδώσεις την επόμενη μέρα.

(Φυσικά και μιλάω στο πρώτο πληθυντικό. Τι νόμισες; Ότι κοιμάμαι όσο εσύ ξενυχτάς; Όχι! Είμαι καταδικασμένος να κοιμάμαι όταν εσύ κοιμάσαι και να ξυπνάω για να σε ξυπνήσω. Αυτή είναι η δουλειά μου).

Ποτέ δε με συνήθισες. Κάθε πρωί ξελαρυγγιάζομαι για να σε ξυπνήσω. Το ξέρω ότι σε εκνευρίζει ο ήχος μου. Κι εμένα το ίδιο! Αλλά, βλέπεις, δεν τον διάλεξα! Αυτός μου 'λαχε! Αν και -στην τελική- μήπως αν είχα διαφορετικό ήχο θα σε εκνεύριζα λιγότερο ή θα ξυπνούσες ευκολότερα; Δεν ξέρω...κάτι μου λέει πως όχι. Παραδέξου το. Δεν είναι ο ήχος μου που σε εκνευρίζει αλλά το ότι σημάνει την αρχή όσων δε θες να αντικρύσεις. Την αρχή της μέρας σου.

Έκανα που λες υπομονή σχεδόν ένα χρόνο. Δικαιολογούσα τη συμπεριφορά σου. Όλοι οι άνθρωποι έτσι είναι, παρηγορούσα τον εαυτό μου, δεν ξυπνούν εύκολα το πρωί. Να είσαι υπομονετικός, έλεγα, και σιγά σιγά θα σε συνηθίσει. Στο κάτω κάτω αυτή σε αγόρασε και ήξερε πολύ καλά ποια είναι η δουλειά σου. Στο κάτω κάτω σε χρειάζεται...

Το τι κακοποίηση υπέστη, δε λέγεται! Βρισιές, φωνές, ιπτάμενα μαξιλάρια (το πώς πάντα βρίσκεις το στόχο σου με κλειστά μάτια είναι ένα θαύμα). Μερικές φορές με εξορίζεις, γιατί νομίζεις ότι αν είμαι μακριά και αναγκαστείς να σηκωθείς για να με κάνεις να σωπάσω θα ξυπνήσεις στην πορεία. Θα ξεχάσω εγώ το βράδυ που πέρασα στο συρτάρι των καλτσών και άκουγα μία ανέραστη να μιξοκλαίει όλη νύχτα; Μάτι δεν έκλεισα).

Τέλος πάντων, κάποια στιγμή η υπομονή μου εξαντλήθηκε. Σταμάτησα να ενδιαφέρομαι. Γιατί θα πρέπει δηλαδή να με νοιάζει αν θα πας στη δουλειά σου καθυστερημένα; Ή αν θα ξεχάσεις να πάρεις το χάπι σου; Και χωρίς ποτέ να έχω ακούσει ένα ευχαριστώ! Θαρρείς ότι για μένα είναι εύκολο να ξυπνάω; Και να ξεκινάει η μέρα μου με βρησίδι και σφαλιάρες;

Γι'αυτό λοιπόν, εδώ και μερικούς μήνες, δε σε ξυπνώ. Ή μάλλον, σε ξυπνώ όποτε εγώ θέλω. Κάποιες μέρες χτυπάω κανονικά, στην ώρα μου, κύριος. Και κάποιες άλλες δε χτυπάω καθόλου. Ή χτυπάω αργότερα. Και πάνω που νομίζεις ότι έχω χαλάσει για τα καλά και σκέφτεσαι σοβαρά να με πετάξεις, τότε αρχίζω να λειτουργώ κανονικά για περίπου μια εβδομάδα. Και φτου και απ'την αρχή.

Και το πιστεύεις; Από τότε που άρχισα αυτό το βιολί, δε με καταριέσαι πια τόσο πολύ. Μέχρι και καινούριες μπαταρίες θα μου φέρεις σήμερα. Το είδα στη λίστα για τα ψώνια σου!Ποτέ πριν δε με κράτησες τόση ώρα στα χέρια σου, ποτέ πριν δε με ρώτησες τι έχω, ποτέ πριν δεν ανησύχησες για μένα. Μέχρι που σου χάλασα τη ρουτίνα. Μέχρι που σταμάτησα να σου δίνω αυτό που θεωρούσες δεδομένο. Αυτό που στην τελική έχεις ανάγκη.

24/11/2007

Ο μονόλογος της αζευγάρωτης κάλτσας

Είμαι μια από τις κάλτσες σου. Είναι εύκολο να καταλάβεις ποια ακριβώς. Ξεχωρίζω, βλέπεις, ποικιλλοιτρόπως: Όχι μόνο είμαι μία από τις ελάχιστες έγχρωμες παρουσίες μέσα σε αυτή τη μαυρίλα που ονομάζεις συρτάρι καλτσών, αλλά είμαι και η μόνη αζευγάρωτη. Σόλο. Μπουκάλα. Χήρα.

Φυσικά δεν ήμουν πάντα έτσι. Όπως όλες οι καθωσπρέπει κάλτσες, είχα κι εγώ το ζευγάρι μου. Μαζί μας αγόρασες μία μέρα που διάβασες σε ένα περιοδικό ότι τα ρούχα επηρρεάζουν τη διάθεσή μας και ότι αν φοράμε όλο σκούρα να μην αναρωτιόμαστε γιατί τα βλέπουμε όλα μαύρα (δεν ισχύει μόνο για τα γυαλιά ηλίου, δηλαδή). Είπες λοιπόν κι εσύ να βάλεις λίγο χρώμα στη ζωή σου σε μία προσπάθεια αυτοθεραπείας της -σχεδόν μόνιμα- κακής σου διάθεσης. Ξεκίνησες με εμάς: ένα ζευγάρι μωβ (ανοιχτό μωβ, όχι πεθαμενατζίδικο) κάλτσες.

Με τον Μίμη δεν είμασταν και από τα πιο αγαπημένα ζευγάρια. Ούτε μαλώναμε. Αλλά ήταν το ζευγάρι μου. Αγκαλιά κοιμόμασταν στο συρτάρι σου και αποχωριζόμασταν μόνο όταν μας φορούσες (που δεν ήταν πολύ συχνά). Και βέβαια στο πλυντήριο, ευρύτερα γνωστό στον καλτσόκοσμο ως το εβδομαδιαίο όργιο. Τα σόδομα και τα γόμορα γίνονται εκεί μέσα, μπλέκουν οι κάλτσες τα μπούτια τους, δεν ξέρουν ποια πηγαίνει με ποια. Στην αρχή τσινούσα. Μπορεί ο Μίμης να μην ήταν φωτομοντέλο, αλλά ήταν δικός μου. Δεν ήθελα να τον δω με καμιά άλλη. Μετά όμως συνειδητοποίησα πως δεν έιχα άλλη επιλογή από το να πάω με το ρεύμα. Στη πιο χαλαρή αυτή μου προσέγγιση συνέβαλε βέβαια και το γεγονός ότι κάποιοιες από τις άλλες κάλτσες θα μπορούσαν να ήταν φωτομοντέλα. Άσε που είναι τόσο γρήγορες οι στροφές μέσα στον κάδο που ζαλίζεσαι και ούτε πολυκαταλαβαίνεις με ποιον πηγαίνεις ή πού είναι ο Μίμης. Και στο τέλος κάθε πλύσης, περίμενα πώς και πώς τη στιγμή που θα μας ξαναέκανες ζευγάρι και θα κοιμόμασταν αγκαλιά.

Μια Κυριακή σαν όλες τις άλλες λοιπόν είδα τον Μίμη για τελευταία φορά. Δεν το ήξερα βέβαια πως ήταν η τελευταία φορά, αλλιώς θα του έλεγα κάτι πιο γλυκό από "καλά να περάσεις με την καινούρια" (είχαμε νέα άφιξη στο συρτάρι και ένιωθα λίγο παραμελημένη. Όχι μόνο από τον Μίμη, αλλά βλέπεις μόνο σε αυτόν είχα το δικαίωμα να παραπονιέμαι). Κυριακή λοιπόν είναι πάντα η μέρα του πλυντηρίου. Πάντα ξυπνάς αργά τις Κυριακές, πίνεις τον καφέ σου και μετά βλασφημάς που έχεις να βάλεις πληντύριο. Όλα έμοιαζαν να ακολουθούν αυτή τη ρουτίνα. Μετά την πλύση μας άπλωσες να στεγνώσουμε. Δεν μπορούσα να δω τον Μίμη, αλλά δεν ανησύχησα. Μου έκρυβε τη θέα ένα πουλόβερ και φαντάστηκα θα ήταν από πίσω του (ποτέ δεν έμαθες να πλένεις ή να απλώνεις σωστά, παρεμπιπόντως).

Όταν το βράδυ μας μάζεψες και άρχισες να μας κάνεις ζευγάρια, σκεφτόμουν ότι πραγματικά μου είχε λείψει ο καλός μου και τι ωραία που θα ήταν αν περνούσαμε ένα ήσχυχο κυριακάτικο βράδυ αγκαλιά. Σε έβλεπα να παίρνεις κάλτσα μετά την κάλτσα και να τις ζευγαρώνεις και έκλεισα τα μάτια περιμένοντας τη σειρά μου. Όταν τα ξαναάνοιξα, συνειδηποίησα πως ήμουν μόνη στο καλάθι. Όλες οι άλλες κάλτσες είχαν ξαναβρεί το τάιρι τους, μα ο Μίμης πουθενά. Εσύ μουρμούρισες κάτι, πήγες πίσω στο πλυντήριο, κοίταξες και κάτω από την απλώστρα...πουθενά ο Μίμης. Είχα ακούσει στο παρελθόν για κάλτες που εξαφανίζονται μυστηριωδώς κατά την πλύση, αλλά νόμιζα ότι ήταν θρύλος. Να που έλαχε σε μένα (και στον καημένο τον Μίμη) να επαληθεύσουμε το θρύλο.

Από εκείνο το βράδυ είμαι μόνη μου και σε αχρηστία. Συνεχίζω να μένω στο συρτάρι, γιατί δεν πετάς τίποτα, οπότε δε σου πήγε καρδιά να με ξεφορτωθείς. Από τότε λοιπόν περιμένω. Γιατί ο θρύλος λέει πως, έτσι όπως εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς, κάποιες από τις εξαφανισμένες κάλτσες ξαναεμφανίζονται, κάποιες φορές μήνες αργότερα. Αφού λοιπόν το α μέρος του θρύλου είναι αλήθεια, ίσως να είναι και το β.

Δεν είναι εύκολο να περιμένεις. Με τρώει η αγωνία για το πού να βρίσκεται ο Μίμης. Και για το αν με σκέφτεται καθόλου. Όλες οι άλλες κάλτσες κοιμούνται κάθε βράδυ αγκαλιά με τα ταίρια τους κι εμένα με τρώει η ζήλια. Και έχω τη ζήλια μου έχω γίνει πικρόχολη και καμιά άλλη κάλτσα δε μου μιλάει πια. Ούτε στο πλυντήριο με βάζεις πλέον, αφού δε με φοράς. Το πλυντήριο δε μου λείπει. Μου λείπει το να με φορέσεις, να θυμηθώ ποια είμαι να νιώσω χρήσιμη. Πολλές φορές εύχομαι να χαθεί στο πλύσιμο κάποια άλλη κάλτσα και ίσως τότε να μας κάνεις ζευγάρι, και ας μην ταιριάζουμε. Στο κάτω-κάτω δε θα μας δει κανείς. Αλλά με αυτή τη σκεψη μελαγχολώ, γιατί συνειδητοποιώ ότι ποτέ κανένας δε θα ξαναείναι το ζευγάρι μου.

Και, το πιστεύεις; Όσο περνάει ο καιρός τόσο πιο πολύ εκτιμώ τον Μίμη και αυτό που είχαμε. Και τόσο πιο πολύ μου λείπει. Το ίδιο που έχεις πάθει κι εσύ με τον Σταύρο. Μόνο που ο Σταύρος δε χάθηκε στην πλύση, αλλά χάθηκε κι αυτός χωρίς να δώσει εξήγηση. Και από τότε σε έχουν φάει κι εσένα τα γιατί και τα και άμα.

Η διαφορά μας είναι ότι εσυ ποτέ δε θα μάθεις με σιγουριά αν ο Σταύρος ήταν όντως το ζευγάρι σου. Αυτά τα πράγματα τα ξέρουν σίγουρα μόνο οι κάλτσες. Κι έτσι θα μπορέσεις κάποια στιγμή να συνεχίσεις τη ζωή σου, γιατί όσο περνάει ο καιρός θα σου φαίνεται ότι ο Σταύρος μάλλον δεν ήταν το ζευγάρι σου και κάποιος καινούριος που γνώρισες σου ταιριάζει πιο πολύ.

Και όταν κάποια στιγμή έρθει η ώρα σου να ξανακοιμηθείς ευτυχισμένη στην αγκαλιά κάποιου, εγώ θα κοιμάμαι ακόμα μόνη μου στο ίδιο συρτάρι. Και δε θα ξέρω τι είναι πιο δύσκολο να αντέξω: Την αναμονή για κάτι που μάλλον δε θα επιστρέψει ποτέ, ή τη γνώση ότι έχασα το μοναδικό ζευγάρι που θα μπορούσα να έχω.

21/11/2007

Ο μονόλογος της γριάς ατζέντας

Είμαι η ατζέντα σου. Η γριά ατζέντα σου. Και να θέλω να κρύψω την ηλικία μου δεν μπορώ. Ένα τεράστιο και χρυσαφί (τι κιτσ, θεέ μου) 1985 δεσπόζει στο κατά τα άλλα λιτό εξώφυλλό μου. Είμαι δηλαδή 22 ετών. Αυτό για να καταλάβεις σε ατζεντοχρόνια μεταφράζεται σε μαθουσάλας και βάλε. Οι νορμάλ άνθρωποι παίρνουν καινούρια ατζέντα κάθε χρόνο. Οι νορμάλ άνθρωποι μάλλον παίρνουν καινούρια ατζέντα κάθε χρόνο και τη χρησιμοποιούν. Εσύ με αγόρασες τέλη του 1984 (ή μήπως δεν με αγόρασες καν; μπορεί να ήμουν και δώρο) και από τότε δε με έχεις αλλάξει. Είχες την πρόθεση να το κάνεις παραπάνω από μία φορά. Σχεδόν πάντα πριν το ξεψύχισμα της χρονιάς αγόραζες μία καινούρια ατζέντα και πάντοτε υποσχόσουν στον εαυτό σου ότι αυτή τη φορά θα τη χρησιμοποίούσες, αυτή τη φορά θα αντέγραφες ονόματα, διευθύνσεις και αριθμούς από εμένα στην καινούρια και θα προγραμμάτιζες μεθοδικά την καινούρια χρονιά.

Ποτέ δεν το έκανες όμως, ή τουλάχιστον ποτέ δεν το ολοκλήρωσες. Δώδεκα χρόνια τώρα εμένα κουβαλάς στη τσάντα σου. Δε σε ενοχλούν τα μισοσχισμένα μου φύλλα. Όπως δε σε ενοχλούν οι ρυτίδες στα πρόσωπα αυτών που αγαπάς. Δε σε ενοχλεί που πολλές φορές οι καταχωρήσεις έχουν ξεθωριάσει από την πολυκαιρία και χρειάζεται να βάλεις τα γυαλιά σου και να μαντέψεις πριν σηκώσεις το ακουστικό για να τηλεφωνήσεις. Δε σε ενοχλεί που σε πολλά γράμματα (αχ αυτό το "Κ" και το "Τ") δεν υπάρχει πλέον χώρος για νέες εγγραφές και αναγκάζεσαι να τις στριμώχνεις ανάμεσα στις παλιές. Δε σε ενοχλεί που δεν έχω αρκετό χώρο για να συμπληρώνεις ηλεκτρονικές διευθύνσεις. Δε σε ενοχλεί που πολλά από τα ονόματα στις σελίδες μου, είναι πλέον ονόματα νεκρών.

Όχι, όλα αυτά δεν έχουν σημασία για σένα. Είμαι η ατζέντα σου, μεγαλώσαμε μαζί. Μαζί κάναμε νέους φίλους, μαζί χάσαμε κάποιους παλιούς. Μαζί αγωνιούσαμε πάνω από το τηλέφωνο περιμένοντας κάποιον να πάρει ή παλεύοντας την πανόρμηση να πάρουμε εμείς. Μαζί σχιστήκαμε, μαζί ξεθωριάσαμε.

Αλλά ακόμα την κάνουμε τη δουλειά μας. Είμαστε εδώ, πιστές στο καθήκον. Κάποιες φορές χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο ή περισσότερη προσπάθεια απ'ότι παλιά. Αλλά είμαστε εδώ, περήφανες για την ηλικία μας και για ό,τι κουβαλάμε.

20/11/2007

Ο μονόλογος της φαφούτας χτένας



Είμαι η χτένα σου. Η φαφούτα χτένα σου. Ε, πως να αυτοαποκαλεστώ η καψερή αφού μου λείπουν μερικά δόντια; Από την κακομεταχείριση το έπαθα. Σαν κακοποιημένη σύζηγος που παρόλα όσα μου κάνεις εγώ κάθε πρωί σου γλυκοφιλώ τα μαλλιά πριν πας στη δουλειά.

Μπορεί να είμαι φαφούτα, αλλά δεν είμαι και τόσο γριά. Ούτε και άσχημη θα με λεγες. Απλώς συνηθισμένη. Καστανή, κοντούλα...αν είχα και μεγαλούτσικα οπίσθια θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχω όλα τα χαρακτηριστικά της μέσης ελληνίδας. Όχι ότι υπονοώ ότι η μέση ελληνίδα είναι φαφούτα. Προς θεού!

Καλύτερα να τις κόψω τις αναλογίες με τη μέση ελληνίδα πριν παρεξηγηθώ. Ας μιλήσω για τον εαυτό μου (είμαι άραγε η μέση χτένα;). Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί με αγόρασες! Για όσους δεν με έχουν γνωρίσει, είμαι αυτό που οι παλιομοδίτες θα έλεγαν τσατσάρα. Που σημαίνει ότι δεν είμαι κατάλληλη για τα μακριά πυκνά μαλλιά σου. Ούτε για το ανυπόμονο του χαρακτήρα σου. Ούτε για την τεμπελιά σου. Βγαίνεις από το μπάνιο κυρία μου και χωρίς να έχεις χρησιμοποιήσει ίχνος μαλακτικής περιμένεις με δυο χτενιές να σου ξεμπερδέψω την κώμη. Για βάστα καλή μου! Χτένα είμαι, δεν είμαι ο Vidal Sassoon wash and go!

Θα στο πω μια και καλή! Δεν είμαι εγώ για σένα. Χρειάζεσαι βούρτσα. Επαγγελματική, πώς το λένε. Ειδική για μακριά μαλλιά και απαιτητικούς χαρακτήρες σαν και την αφεντιά σου. Ανεκτική στην κακομεταχείριση. Που να έχει όλα της τα δόντια.

Για κάποιον ανεξήγητο για μένα λόγο όμως, δε θες να με αλλάξεις. Είσαι πλάσμα της συνήθειας, το ξέρω. Άσε που δε νοιάζεσαι και πολύ για τα μαλλιά σου. Τι είπες; Θες να με πας στον ορθοδοντικό να μου βάλεις μασέλα; Ε δεν είμαστε με τα καλά μας! Για δοκίμασε να πας στον ορθοδοντικό και να με καθίσεις στην καρέκλα και να με συστήσεις ως ασθενή...Ε ρε γέλια που θα κάνουμε!

Δεν επιδέχομαι επισκευής, χρυσή μου. Θα είμαι φαφούτα μια ζωή. Και με τους ρυθμούς που πας δε θα μου μείνει δόντι για δόντι. Χαλάρωσε λίγο. Δώσε μου πέντε λεπτά παραπάνω κάθε μέρα, φέρσου μου πιο τρυφερά και θα δεις ότι δεν είμαι και τόσο άχρηστη. Ίσως ποτέ να μην φτάσω στο υψηλό επίπεδο μιας επαγγελματικής βούρτσας, αλλά τουλάχιστον εγώ σε ξέρω τρίχα προς τρίχα. Εγώ τα μεγάλωσα αυτά τα μαλλιά. Εγώ τα χαϊδεύω κάθε μέρα. Εγώ τα μυρίζω - και τι ωραία που μυρίζουν! Τα αγαπώ αυτά τα μαλλιά και αγαπώ και σένα. Και ας με κατάντησες φαφούτα.

Έτσι λοιπόν. Δώσε μου πέντε λεπτά παραπάνω την ημέρα. Καμιά φορά μόνο τόσο χρειάζεται για να καλυτερέψουν τα πράγματα.

19/11/2007

Ο μονόλογος του χαλασμένου αναπτήρα

Είμαι ο αναπτήρας που πάντα έχεις στη δεξιά τσέπι του παντελονιού σου. Όποιο παντελόνι κι αν φοράς, τα τελευταία πέντε χρόνια, πάντα με τοποθετείς προσεκτικά στη δεξιά του τσέπη. Έτσι είμαι πάντα (και εύκολα) διαθέσιμος.

Ήμουν δώρο της πρώτης (και μοναδικής όπως προέκυψε αργότερα- αλλά αυτό βέβαια δεν το ήξερες τότε) επαιτείου σας με την Αναστασία. Μεγάλη αγάπη με την Αναστασία, κι ας μην ήτανε η πρώτη. Και -παρόλο που λόγω της πρακτικής φύσης σου αρχικά ξίνισες με το δώρο (μα καλά αναπτήρα μου πήρε; έχω τόσους!)- από εκείνη τη μέρα με έχεις πάντα μαζί σου.

Χωρίς να θέλω να περιαυτολογήσω, ήμουν όμορφος στα νιάτα μου. Γυαλιστερός και φρέσκος, σαν τη σχέση με την Αναστασία. Πάντα ετοιμοπόλεμος, πάντα άναβα με την πρώτη, πάντα η φλόγα ήταν δυνατή (κάποιες φορές πολύ δυνατή, ίσως. Αλλά ποτέ δε σε καψε πολύ. Καμιά φορά οι φλόγες καίνε περισσότερο αφού σβήσουν, βλέπεις).

Αναπόφευκτα, όμως μετά από κάποιον καιρό άρχισαν τα προβλήματα. Στην αρχή ήθελα μόνο γέμισμα. Μετά αλλαγή πέτρας. Μετά άρχισε να ξεχαρβαλώνεται και το καπάκι. Και το εξωτερικό μου γέμισε γρατσουνιές και όλη η αρχική γυαλάδα αποτελεί πλέον παρελθόν. Όπως η σχέση σου με την Αναστασία. Στην αρχή ήταν μικρά προβλήματα που μπορούσες να λύσεις. Αλλά σιγά σιγά οοι γρατσουνιές έγιναν όλο και περισσότερες και πιο δύσκολο να κρυφτούν. Και άρχισε και η σχέση σας να ξερχαβαλώνεται, σαν το καπάκι μου, και να κρέμεται από μια κλωστή.

Και όπως ήταν αναμενόμενο, η κλωστή έσπασε, το καπάκι έπεσε, η σχέση τελείωσε. Έκανες τα πάντα για να μας επισκευάσεις, αμφότερους. Κανένας τεχνίτης δε δέχτηκε να με αναλάβει και τίποτα δεν κατάφερε να αλλάξει γνώμη στην Αναστασία και να της ξανανάψει τη φλόγα.

Η Αναστασία λοιπόν έφυγε. Πάνε, νομίζω, πέντε χρόνια. Πέταξε μακριά. Εμένα όμως αρνήσε να με πετάξεις, με κρατάς πάντα στη δεξιά σου τσέπη, γέρο, ξεχαρβαλωμένο και γρατσουνισμένο. Ξέρεις πολύ καλά ότι ποτέ πια δε θα ξαναδείς τη φλόγα μου να καίει, κι όμως, κάθε φορά που θέλεις να ανάψεις τσιγάρο, πάντα μου δίνεις μια ευκαιρία, πάντα πρώτα προσπαθείς να το ανάψεις με τη δική μου φλόγα.

Απολαμβάνω την εμπιστοσύνη που μου δείχνεις...και αναγνωρίζω τη δύναμη της ελπίδας. Όμως κουράστηκα. Είμαι γέρος και από καιρό σε αχρηστία. Κουράστηκα να με κουβαλάς μαζί σου και να με φορτώνεις με προσδοκίες που ξέρω ότι δεν μπορώ πια να ικανοποιήσω. Πέταξέ με. Αναγνώρισέ μου το δικαίωμα να πεθάνω. Ελευθέρωσέ με.

Και ίσως τότε να ελευθερωθείς κι εσύ.

18/11/2007

Καλοκαιρινό ηλιοβασίλεμα

Κρυώνω και με έπιασε νοσταλγία για το καλοκαίρι...και τα ηλιοβασιλέματά του!

17/11/2007

Ο μονόλογος του λεκιασμένου καθρέφτη

Είμαι ο καθρέφτης σου. Ή μάλλον εσύ είσαι ο καθρέφτης μου. Μην απορείς! Όλα είναι θέμα οπτικής! Κάθε φορά που με κοιτάζεις βλέπω τον εαυτό μου στο τζάμι των ματιών σου. Ακριβώς όπως βλέπεις εσύ τον εαυτό σου στο δικό μου τζάμι.

Είμαι ο καθρέφτης σου. Ο αιωνίος λερωμένος. Θα το πω και ας σε ντροπιάσω. Δεν με καθάρισες ούτε μια φορά από τότε που μετακόμισες σ'αυτό το διαμέρισμα, 6 μήνες τώρα. Ναι, ήμουν ήδη βρώμικος. Είχαν δει βλέπεις πολλά τα μάτια μου. Και αφού δε με καθάρισες εσύ, έχω μια μόνιμη θολούρα πάνω μου. Και κάποιες φορές ξεχνιέμαι και νομίζω ότι αυτή η θολούρα είναι η πραγματικότητα και ότι τίποτα δεν είναι καθαρό και γυαλιστερό. Ούτε τα πλακάκια του απέναντι τοίχου (και αυτά τα καθαρίζεις σχολαστικά, το ομολογώ).

Μοιάζουμε εμείς οι δυο, ξέρεις. Τα μάτια σου είναι κι εσένα μονιμως θολά. Μάλλον κι εσύ έχεις δει πολλά και μάλλον κανένας δε νοιάστηκε να σε καθαρίσει. Ή έτσι σε βλέπω εγώ εξαιτίας της δικής μου θολούρας. Ή μήπως πάλι η δική μου θολούρα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο αντικατοπτρισμός της δικής σου;

Μπερδεύτηκα. Τι τις θέλω εγώ τις φιλοσοφικές αναζητήσεις; Στο κάτω-κάτω ένας καθρέφτης είμαι. Αυτό που ξέρω είναι αυτό που βλέπω. Το ίδιο κι εσύ. Ξέρεις τι είναι αυτό που βλέπεις. Κι όταν σ'αρέσει και κοιτιέσαι με τις ώρες, κι όταν βλασφημάς τους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια σου και τα ποτά της προηγούμενης νύχτας. Ξέρεις. Είσαι εσύ, αυτή είναι η όψη σου, αυτά είναι τα μάτια σου, αυτό είναι το χαμόγελό σου.

Και αυτό είναι το μυστικό μας.

Και οι δύο ξέρουμε πώς είναι τα μάτια σου πραγματικά, όσο κονσίλερ κι αν βάλεις για να κρύψεις τους μαύρους κύκλους. Ξέρουμε ποιο είναι το πραγματικό σου χαμόγελο, κι ας φοράς χίλια δυο άλλα ψεύτικα κατά καιρούς. Και οι δύο ξέρουμε πως έχεις ήδη την πρώτη σου ρυτίδα. Και δύο άσπρες τρίχες.

Αναρωτιέμαι αν ξέρεις όμως, ότι υπάρχουν φορές (λίγες αλλά υπάρχουν!) που τα μάτια σου δεν είναι θολά, αλλά έχουν μια λάμψη αληθινή και καθαρή. Και τότε φεύγει και η δική μου θολούρα και νιώθω πιο καθαρός και από τα πλακάκια απέναντι.

Και κλείνω τα μάτια μου και το μόνο που θέλω είναι να είμαι καθρέφτης. Ο δικός σου καθρέφτης.

16/11/2007

Ο μονόλογος του παραπεταμένου στυλό

Είμαι το στυλό που δε χρησιμοποιείς πια. Δε θα με εκπλήξει αν δεν έχεις καν επίγνωση της ύπαρξής μου. Ωραία λοιπόν, θα σε βοηθήσω να θυμηθείς. Φαντάζομαι τη μολυβοθήκη πάνω στο γραφείο σου τη θυμάσαι. Μέσα έχει μόνο τρία στυλό: δύο μπλε και ένα κόκκινο. Εγώ είμαι το μπλε νούμερο δύο. Μην ψάχνεις να βρεις νούμερο επάνω μου, ανόητε. Μεταφορικά μιλάω. Αυτοπροσδιορίζομαι ως νούμερο δύο, αφού το νούμερο ένα μπλε στυλό της καρδιάς και του χεριού σου είναι -προφανώς- το άλλο μπλε.

Και σε ρωτώ: Τι έχει αυτό που δεν έχω εγώ; Είμαστε ακριβώς της ιδίας μάρκας, σου κοστίσαμε ακριβώς τα ίδια χρήματα (ξοδεύτηκες πάλι, παρεμπιπτόντως: μισό ευρώ έκαστο) και γράφουμε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο (0.5 μύτη για να ακριβολογούμε). Εξήγησέ μου σε παρακαλώ, γιατί το άλλο το χρησιμοποιείς κάθε μέρα ενελιππώς κι εμένα ποτέ; Είναι μήπως επειδή είναι νεότερο; Πφφφ, σιγά τη διαφορά, θα 'ναι δε θα ΄ναι τρεις μήνες. Και αυτό από την ημερομηνία αγοράς, γιατί για την ημερομηνία παραγωγής, ένας θεός ξέρει!

Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι γιατί τον αγόρασες! Καλά δεν τα πηγαίναμε οι δυο μας; Δε σου ήμουνα πιστό; Πάντοτε έγραφα ό,τι με διέταζες, χωρίς λάθη, χωρίς να αφήσω σταγόνα μελανιού να μουτζουρώσει τα χαρτιά σου. Και ποτέ δεν παραπονέθηκα, ούτε απείλησα με απεργία, και ας έγραφα χιλιόμετρα βαρετών αριθμών και ακαταλαβίστικων συμβόλων. Δεν είσαι, βλέπεις, κανένας συγγραφέςας να περνάει κι εμένα ευχάριστα η ώρα μου. Λογιστής είσαι. Παρόλα αυτά εγώ ευχαριστιόμουν τις ώρες που περνούσαμε μαζί. Στο κάτω-κάτω δεν είχα και άλλη εναλλακτική να προτιμήσω. Ούτε και ήξερα πώς να την αναζητήσω.

Μέχρι που έφερες το άλλο μπλε στυλό. Και από τότε με αγνοείς. Όχι, δεν με πέταξες. Προτιμάς να με βασανίζεις κρατόντας με σε αχρηστία. Προτιμάς να με ξεφτιλίζεις, αφήνοντάς με να σε βλέπω με το άλλο.

Γιατί ξέρεις πως δεν μπορώ να φύγω. Γιατί ξέρεις πως -όσο κι αν πονάω- αν κάποτε αποφασίσεις να με ξαναχρησιμοποιήσεις, θα σε υπηρετήσω. Αφού μόνο αυτό έχω μάθει να κάνω.

15/11/2007

Χιόνι



Αυτήν την εικόνα είδα μόλις ξύπνησα σήμερα...και χαμογελάω από τότε! :)

14/11/2007

Ο μονόλογος μιας κούπας

Είμαι η κούπα του καφέ σου. Όχι μια οποιαδήποτε κούπα, αλλά η κούπα. Αυτή που εδώ και χρόνια φιλοξενεί τον πρωινό- και όχι μόνο- καφέ σου.

Δεν ξέρω γιατί διάλεξες εμένα από όλες τις κούπες για να γίνω η κούπα σου. Δεν έχω υψηλή συναισθηματική αξία για σένα- ή τουλάχιστον δεν είχα όταν με διάλεξες. Δεν ήμουν δώρο κάποιας μεγάλης αγάπης, ούτε η κούπα που είχες από μικρό παιδί. Δεν είμαι ακριβή, ούτε ιδιαίτερα όμορφη. Κι όμως με διάλεξες. Μάλλον κατά τύχη. Έρχεται για όλους τους ανθρώπους η στιγμή που πρέπει να διαλέξουν μια κούπα για τον καφέ τους και να της μείνουν πιστοί για πάντα ή μέχρι αυτήν να σπάσει.

Έχω ταπεινή καταγωγή. Οι άλλες κούπες στο ντουλάπι δεν το ξέρουν γιατί είναι νεότερες, αλλά ήμουν το δώρο όταν αγόρασες 2 κουτιά γάλα, τότε που αποφάσισες να αρχίσεις να τρως πιο σωστά, 9 χρόνια πριν. Το γάλα το πέταξες 2 εβδομάδες μετά. Και σου μεινα εγώ, μια ανάμνηση των υποσχέσεων που δίνουμε στον εαυτό μας και ποτέ δεν κρατάμε.

Είμαι άσπρη και στα νιάτα μου είχα πάνω μου το λογότυπο της γαλακτοκομικής εταιρείας που με προσέφερε ως δώρο. Κόκκινο ήταν. Τώρα έχει ξεθωριάσει τόσο που μοιάζει με παλιά πληγή. Η ουλή της ιδιοκτησίας, όπως τη λέω. Δεν με πειράζει, γιατί μου θυμίζει από πού έρχομαι και πως τώρα είμαι ελεύθερη. Τουλάχιστον από τον παραγωγό μου, αφού τώρα βλέπεις ανήκω σε σένα. Αναρωτιέμαι αν ποτέ θα είμαι πραγματικά ελεύθερη. Αλλά, θα μου πεις, τι θα έκανα τότε; Δεν ξέρω καν αν θα υπήρχα. Υλικά θα υπήρχα, αλλά θα μπορούσα να σκέφτομαι όπως τώρα; Θα ήμουν πάντα άδεια και κρύα...Προτιμώ λοιπόν να είμαι η κούπα σου, προτιμώ να είμαι ιδιοκτησία σου, αν είναι να νιώθω γεμάτη πού και πού. Να νιώθω τη ζεστασιά του νερού καθώς διαλύει τον καφέ, τα χέρια σου γύρω μου, την ανάσα σου καθώς μυρίζεις τον καφέ και καθώς τον γεύεσαι...

Έχω βέβαια και τα παράπονά μου. Μερικές φορές το νερό είναι πολύ καυτό. Και πονάω. Άλλες πάλι δεν είναι αρκετά ζεστό και ο καφές δεν διαλύεται καλά και με γρατσουνάει. Κάποιες μέρες βιάζεσαι τόσο που πίνεις μια γουλιά και φεύγεις, αφήνοντας με να σιγοκρυώνω και να μετράω τις ώρες μέχρι να γυρίσεις.

Αλλά ξέρω πως δεν το κάνεις επίτηδες και πως κατά πάσα πιθανότητα αύριο θα είναι καλύτερα τα πράγματα. Και ξέρω πως ό,τι κι αν γίνει το βράδυ θα γυρίσεις σπίτι, θα με πλύνεις, θα με σκουπίσεις, θα με βάλεις στο ντουλάπι και εγώ θα κοιμηθώ ήσυχα. Γιατί θα ξέρω πως το άλλο πρωί όταν ανοίξεις το ντουλάπι πάλι εμένα θα διαλέξεις, με κλειστά τα μάτια. Και θα ξυπνήσουμε σιγά-σιγά μαζί.

09/10/2007

Με δυο ποιήματα

Ήταν από τις λίγες φορές που η Μάγια ξυπνούσε μόνη της, χωρίς να χτυπήσει το ξυπνητήρι. Τι ώρα να ήταν; κάθισε για λίγα λεπτά στο κρεβάτι ακίνητη, κοιτάζοντας το ταβάνι και προσπαθώντας να ξεδιαλύνει αυτήν την παράξενη αίσθηση με την οποία είχε ξυπνήσει. Ήταν θλίψη, ανησυχία ή μήπως φόβος; Δεν μπορούσε να το προσδιορίσει, ούτε να το βάλει σε λεκτικά καλούπια. Το μόνο που μπορούσε με σιγουριά να πει είναι πως ήταν μια δυσάρεστη αίσθηση. Ναι, αυτό μπορούσε να το πει σίγουρα.
Αρχικά δεν έδωσε μεγάλη σημασία. Σηκώθηκε, πήγε στην κουζίνα και άρχισε μηχανικά να χτυπάει τον καφέ της, όπως κάθε πρωί. Όσο πιο πολύ ξυπνούσε όμως, τόσο η παράξενη αυτή αίσθηση γινόταν και πιο έντονη. Και όσο πιο έντονη γινόταν, τόσο πιο απροσδιόριστη έμοιαζε.
Η ματιά της έπεσε σε μια φωτογραφία πάνω στο τραπέζι, τραβηγμένη πριν χρόνια. Αυτή και ο Φίλιππος σε μια εκδρομή στο Πήλιο τον καιρό που είχαν πρωτογνωριστεί. Ο έρωτάς τους ήταν εμφανής από τις ματιές τους και μόνο. Η Μάγια κοίταξε τη φωτογραφία και με ένα χαμόγελο πικρής νοσταλγίας αναρωτήθηκε πώς θα φαινόταν οι ματιές τους αν κάποιος τους φωτογράφιζε τώρα και αν θα είχαν έστω και ένα ίχνος από την τότε λάμψη και, μ’αυτή τη σκέψη, τράβηξε το βλέμμα της από τη φωτογραφία, θαρρείς και έτσι θα ξόρκιζε την απάντηση που προσπαθούσε μήνες τώρα να μην αποδεχτεί.
Καθώς σκεφτόταν ένοιωσε την ανάγκη να γράψει. Είχε πολύ καιρό να το νιώσει. Ήταν κάτι που γινόταν συχνά και έντονα στα παιδικά της χρόνια και που σιγά-σιγά ατονούσε, μαζί με την παιδικότητά της, σαν να αρνούνταν να συμβιβαστεί με αυτό που η Μάγια είχε γίνει. Την αίσθηση αυτή την είχε ονομάσει έμπνευση, χωρίς να ξέρει αν όντως αντιστοιχεί σε κάτι τέτοιο. Το μόνο που ήξερε ήταν ότι κάθε φορά που της συνέβαινε αυτό ένιωθε μια ακατανίκητη επιθυμία να γράψει ένα ποίημα, επιθυμία που ζητούσε εκπλήρωση όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Έπαιρνε τότε οτιδήποτε ήταν κοντά της και έμοιαζε με χαρτί και έγραφε με μανία. Γρήγορα, σαν να κινδύνευε να ξεχάσει αυτά που πήγαινε να γράψει και χωρίς να μπορεί ποτέ να καταλάβει τι ήταν αυτό που έγραφε, προτού το τελειώσει. Τότε μόνο η ένταση καταλάγιαζε και μπορούσε να διαβάσει όλα όσα έγραφε και να χαρεί έπειτα την ηρεμία της δημιουργίας. Ποτέ δε θεώρησε τον εαυτό της ποιητή, χαιρόταν όμως αυτές τις στιγμές αφάνταστα και νοσταλγούσε τις εποχές που η «έμπνευσή» της την επισκεπτόταν πιο συχνά.
Έτσι και τώρα ένιωθε αυτή την ορμή μετά από πολύ καιρό. Γρήγορα σηκώθηκε από το τραπέζι, πήρε μια χαρτοπετσέτα και ένα στυλό και άρχισε να γράφει. Λίγο μετά, και αφού ένιωσε την ψυχή της να ηρεμεί άφησε από τα χέρια της το στυλό, σήκωσε τη χαρτοπετσέτα και διάβασε αυτά που είχε γράψει.

Τα φύλλα που πέφτουν
παίρνουν μαζί τους το λίγο φως
που είχε απομείνει στην άκρη των ματιών σου.

Ύστερα στροβιλίζονται
γύρω από μία ξεχασμένη πραγματικότητα
που κάποτε άξιζε, αλήθεια, πολύ.

Μα όταν αγγίζουν το έδαφος
Όλα γυρνούν στη μνήμη.
Το δάκρυ φτάνει ως την άκρη των ματιών
Αλλά είναι πολύ αργά για να κυλήσει.

Της άρεσε αυτό που έγραψε. Και όσο περισσότερο το διάβαζε τόσο καταλάβαινε ότι κάθε στίχος αντιστοιχούσε σε ένα κομμάτι του εαυτού και της ζωής της. Κοίταξε το ρολόι. Η ώρα ήταν ακόμη 7. Η παράξενη αίσθηση δεν είχε φύγει ακόμη. Ξαναδιάβασε το ποίημά της. Κάθε στίχος και ένα κομμάτι της. Κάθε λέξη και μια αλήθεια.
Τα φύλλα που πέφτουν παίρνουν μαζί τους το λίγο φως
που είχε απομείνει στην άκρη των ματιών σου.
Τον τελευταίο καιρό ένιωθε πως όλα στη ζωή της έχουν γίνει ανυπόφορα προβλέψιμα. Η δουλειά της, η σχέση της με το Φίλιππο… Κυρίως η σχέση της με το Φίλιππο. Ένιωθε ένα-ένα και τα τελευταία κομμάτια που τις έδιναν ζωντάνια και χαρά να την εγκαταλείπουν. Όπως τα φύλλα πέφτουν από τα δέντρα και τα αφήνουν γυμνά και κρύα. Με τη διαφορά ότι στην περίπτωσή της ένιωθε πως δε θα ξαναβγούν…
Ύστερα στροβιλίζονται γύρω από μία ξεχασμένη πραγματικότητα που κάποτε άξιζε, αλήθεια, πολύ.
Τον τελευταίο καιρό που ένιωθε ότι η ζωή της γίνεται όλο και περισσότερο ανυπόφορη, προσπαθούσε να θυμηθεί ποια ήταν τα όνειρά της για αυτήν. Πώς ένιωθε η ίδια πριν από δέκα χρόνια. Τα σχέδια που έκανε για τη δουλειά της και πώς θα γινόταν η καλύτερη, πώς θα έμεναν για πάντα ερωτευμένοι με το Φίλιππο και θα έκαναν τη δικιά τους τέλεια οικογένεια… Τότε ένιωθε όλη τη ζωή μπροστά της. Εκείνη ήταν η πραγματικότητά της και άξιζε για εκείνη όσο τίποτε άλλο. Και τώρα όλα όσα είχαν αξία τότε, τα όνειρα για δουλειά και αγάπη, φαίνονται να την εγκαταλείπουν. Η ζωή της είναι γεμάτη συμβιβασμούς, επαγγελματικά και προσωπικά. Ο έρωτας έχει ξεθωριάσει κι έχει δώσει τη θέση του στην αδηφάγο συνήθεια και αυτή φαίνεται ανίκανη να κάνει σχέδια για το μέλλον.
Μα όταν αγγίζουν το έδαφος όλα γυρνούν στη μνήμη
Το δάκρυ φτάνει ως την άκρη των ματιών
Αλλά είναι πολύ αργά για να κυλήσει
Είχε αρκετούς μήνες που σκεφτόταν πόσο πολύ διαφέρει η ζωή της από αυτό που θα ήθελε για τον εαυτό της. Εκείνο το πρωινό όμως είχε καταφέρει να το αποδεχτεί σε όλη του την έκταση και να νιώσει όλον τον πόνο που αυτή η αποδοχή προκαλούσε. Ήταν σαν να είχε φτάσει στο σημείο μηδέν, στο σημείο που απαιτούσε δράση πριν τα πράγματα ξεφύγουν από κάθε δυνατότητα ελέγχου. Ήταν το σημείο αυτό που έπρεπε να αναλογιστεί με κάθε λεπτομέρεια όλα αυτά που ήθελε για τον εαυτό της και που όμως του τα στέρησε. Να νιώσει όλον τον πόνο της αποδοχής της αποτυχίας της να γίνει και να έχει αυτά που επιθυμούσε.
Δεν ήταν ο καιρός όμως για δάκρυα. Δεν ήταν ο καιρός για «γιατί». Κάτι τέτοιο μόνο χειρότερα θα τα έκανε τα πράγματα. Ήταν ο καιρός για δράση. Ήταν ο καιρός να δώσει μια ευκαιρία στον εαυτό της να γίνει όλα αυτά που μπορεί να γίνει και δεν τον άφησε. Να πάρει πίσω όλα αυτά που τον άφησε να θυσιάσει στο βωμό της σιγουριάς και της ασφάλειας. Και επιτέλους να ελευθερωθεί από τα δεσμά που η ίδια είχε επιβάλλει στον εαυτό της και να πετάξει προς τα όνειρά της. Όχι, δε θα έκλαιγε άλλο για τα φύλλα που έπεσαν. Θα έκανε όμως ό,τι περνούσε από το χέρι της για να κάνει καινούρια φύλλα να βγουν και να νιώσει ξανά μετά από πολύ καιρό ζωντανή και ευτυχισμένη.
Η ώρα ήταν ακόμη 7:15. Είναι παράξενο πόσο γρήγορα τρέχει η σκέψη, ακόμα και στις στιγμές που νομίζεις ότι θα έπρεπε να πηγαίνει πιο αργά για να ζυγίσει καλύτερα όλες τις εναλλακτικές και να μην οδηγήσει σε αποφάσεις που μπορεί το άτομο να μετανιώσει. Κάτι τέτοιες στιγμές όμως η σκέψη μοιάζει συμπυκνωμένη και, σπρωγμένη από την ένταση των συναισθημάτων πιέζει για άμεσες αποφάσεις.
Τέτοια ώρα θα έφευγε για τη δουλειά. Σήμερα όμως δεν ήταν μια συνηθισμένη μέρα. Το άσχημο συναίσθημα που την έπνιγε από το πρωί είχε δώσει τη θέση του σε μια αίσθηση ικανοποίησης για όσα είχε καταφέρει να παραδεχτεί στον εαυτό της και για όσα ήταν έτοιμη να κάνει. Δεν θα πήγαινε λοιπόν στη δουλειά. Ούτε θα έβγαινε με το Φίλιππο. Για την ακρίβεια είχε ασυνείδητα αποφασίσει να μην ξαναπάει σ’ αυτή τη δουλειά και να μην ξανασυναντήσει το Φίλιππο. Ήξερε πως κανένας δε θα καταλάβαινε τη συμπεριφορά της. Ίσως κάποιοι να νομίσουν ότι τρελάθηκε. Για πρώτη φορά όμως δεν την ένοιαζαν οι άλλοι. Θα έφευγε απλώς μακριά από αυτήν την πόλη, από αυτή τη δουλεία, από αυτόν τον άνθρωπο και από όλα όσα της θύμιζαν πόσο είχε προδώσει τον εαυτό της. Δεν ήθελε να πληγώσει κανέναν, αλλά κάτι τέτοιο θα γινόταν έτσι κι αλλιώς με την πορεία που είχε πάρει η ζωή της. Καλύτερα λοιπόν να γίνει τώρα. Όσο νωρίτερα, τόσο λιγότερος ο πόνος για όλους.
Έβαλε λίγα πράγματα σε μια βαλίτσα. Δεν ήθελε να πάρει τίποτα μαζί της που να της θυμίζει την παλιά της ζωή. Θα έφευγε μακριά εκείνη τη μέρα κιόλας. Πρώτη φορά στη ζωή της θα έκανε κάτι τόσο τολμηρό. Πρώτη φορά θα αψηφούσε τον πόνο τον αγαπημένων της μπροστά στη δική της ευτυχία. Φοβόταν. Αλλά της άρεζε. Δεν την ένοιαζε αν θα την καταλάβαινε κανείς. Της αρκούσε που επιτέλους κατάλαβε εκείνη.
Η τελευταία πράξη της προηγούμενης ζωής της ήταν η εξήγηση στο Φίλιππο. Εδώ και μήνες έβλεπαν και οι δυο τους ότι η κατάσταση μεταξύ τους είχε φτάσει σε αδιέξοδο. Τώρα ήταν η ώρα να του πει πως αυτή βρήκε τη δική της διέξοδο και να τον αφήσει ελεύθερο να βρει κι αυτός το δικό του δρόμο. Έτσι, έβαλε μέσα σε ένα φάκελο δύο ποιήματα. Αυτό που την είχε κάνει πριν από λίγο να συνειδητοποιήσει την κατάσταση σε όλη της την έκταση και ένα ακόμα, που ήλπιζε να τον κάνει κάποτε να καταλάβει.
Με ρωτάς
Γιατί τα μάτια μου είναι θολά
Ενώ στα πόδια μου απλώνεται ο παράδεισος
Γιατί τα χέρια μου τρέμουν
Την ώρα που ετοιμάζομαι την ευτυχία να αγγίξω
Δεν ξέρω
Ίσως γιατί τα όνειρά μου
Βρίσκονται πέρα απ’την αλήθεια
Ίσως γιατί τα πέταλα της σκέψης μου
Έχουν σκορπίσει
Μπορεί και να ‘χω αρχίσει να τα χάνω
Ειλικρινά, δεν ξέρω
Νομίζω όμως πως προχθές
Στα μάτια σου ένα άστρο είδα να πέφτει.

20/09/2007

Το ουρλιαχτό


Πάλι ξύπνησα το βράδυ από το ουρλιαχτό.


Νόμιζα πως ερχόταν απ'εξω. Σηκώθηκα να πιω νερό και - περνόντας μπροστά από τον καθρέφτη- είδα: Το στόμα μου ήταν ανοιχτό και με τα χέρια μου τραβούσα τα μαλλιά μου. Προσπάθησα ν'αλλάξω στάση, μα η εικόνα μου στον καθρέφτη η ίδια. Ανοιχτό στόμα, τρόμος στα μάτια, τα χέρια σε απόγνωση. Α! Για μια στιγμη...! Μπορώ να κουνήσω το χέρι μου! ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΟΥΝΗΣΩ ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΜΟΥ ΧΕΡΙ! ΧΑ! Σε νίκησα, τρόμε! Ανοίγω τη βρύση. Κί ύστερα στρέφω το βλέμμα μου προς τον καθρέφτη θριαμβευτικά. Κι όμως...τίποτα δεν έχει αλλάξει. Τα μάτια μου είναι ακόμα φοβισμένα και τα χέρια μου ακόμα τραβάνε τα μαλλιά μου. Ανοιγω κι άλλο τη βρύση...κι άλλο...κι άλλο. Μα τίποτα δεν αλλάζει στον αντικατοπτρισμό. Βάζω το κεφάλι μου κάτω από τη βρύση. Ξύπνα, ξύπνα, φωνάζω. Μα αντί για λέξεις ακούω μόνο ένα ουρλιαχτό. Το δικό μου ουρλιαχτό. Αυτό που ξυπνάει τους άλλους ανθρώπους τη νύχτα. Αυτό που φέρνει το σώμα μου σε απόγνωση.


Αυτό που πάντα θα βλέπω όταν κοιτάω στον καθρέφτη.

Ο χρόνος λιώνει



Ο χρόνος κυλάει. Ο χρόνος λιώνει. Χθες σε είχα στα χέρια μου και σήμερα ξύπνησα στην έρημο. Δίπλα μου μόνο ρολόγια. Τικ-τοκ, τικ-τοκ: λιωμένα, ξεψυχισμένα. Το πουκάμισό σου στο πάτωμα. Το ξέχασες άραγε, ή δεν άντεχες την μυρωδιά μου πάνω του; Πώς θα ζήσω από δω και πέρα σε αυτήν την έρημο; Πώς θα ξεφορτωθώ τα λιωμένα ρολόγια που κινούν τους δείκτες τους με τους δικούς τους ρυθμούς; Αυτά θα ορίζουν από δω και πέρα τις μέρες μου. Αυτά μόνο θα έχω να κοιτάω, ή τον άσπρο τοίχο, τρώγοντας σοκολάτα και καπνίζοντας τσιγάρα άφιλτρα. Ίσως να αρχίσω και να πίνω. Και το πουκάμισό σου από το πάτωμα ποτέ δε θα σηκώσω.

18/09/2007

Δεν σου είπα ψέματα ποτέ

Δεν σου είπα ψέματα ποτέ.

Και όταν σου είπα πως τα μαλλιά σου είναι ωραία ξεχτένιστα, το εννοούσα. Γιατί όταν τα χτένιζες ήσουν άσχημος.

Και όταν σου είπα ότι θέλω να είμαι μαζί σου, το εννοούσα. Ήταν καλυτερη εναλλακτική από την μοναξιά και -βλέπεις- όλοι οι καλύτεροί σου ήταν πιασμένοι.

Και όταν σου είπα ότι με κάνεις να νιώθω ωραία, το εννούσα. Δεν ήταν δα και τόσο δύσκολο.

Δεν σου είπα ψέματα ποτέ. Ψέματα λέω μόνο σε αυτούς που αγαπώ.

15/09/2007

Τέλος

Με ρωτάς
γιατί τα μάτια μου είναι θολά
ενώ στα πόδια μου απλώνεται ο παράδεισος
Γιατί τα χέρια μου τρέμουν
ενώ ετοιμάζομαι την ευτυχία ν'αγγίξω

Δεν ξέρω
Ίσως γιατί τα όνειρά μου βρίσκονται πέρα απ'την αλήθεια
και το φως
Ίσως γιατί τα πέταλα της σκέψης μου έχουν σκορπίσει
Μπορεί και να ΄χω αρχίσει να τα χάνω

Ειλικρινά δεν ξέρω

Νομίζω όμως πως προχθές
στα μάτια σου έν' άστρο είδα να πέφτει

14/09/2007

Τα φύλλα που πέφτουν

Τα φύλλα που πέφτουν
παίρνουν μαζί τους το λίγο φως που είχε απομείνει
στην άκρη των ματιών σου

Ύστερα στροβιλίζονται γύρω από μία ξεχασμένη πραγματικότητα
που κάποτε άξιζε, αλήθεια, πολύ

Μα όταν αγγίζουν το έδαφος
όλα γυρνούν στη μνήμη
Το δάκρυ φτάνει ως την άκρη των ματιών
Αλλά είναι αργά για να κυλήσει

13/09/2007

Ήξερες εσύ ότι το πακέτο με τα φυστίκια περιέχει ξηρούς καρπούς; Εεεε;

http://uk.news.yahoo.com/afp/20070913/tod-britain-language-offbeat-6058bda_1.html

Κάνω copy-paste μερικά παραδείγματα από το παραπάνω άρθρο:


--Warning: Contains nuts on packet of nuts
--Warning: Platform ends here" on the end of rail station platforms
--May cause drowsiness" on sleeping pills
-- "May irritate eyes" -- on a can of self-defence pepper spray;
-- "Do not open door while airborne except in emergency" -- on emergency exit doors in planes;
-- "Removing the wheel can influence the performance of the bicycle" -- from a Dutch bicycle manual;
-- "Do not iron clothes on body" -- from packaging on a steam iron.


Έχοντας ζησει στην Αγγλία βρίσκω το παραπάνω άρθρο απόλυτα ακριβές και καθόλου υπερβολικό! Το τι self=explanatory διευκρινήσεις σε πακέτα, ταμπέλες κλπ μπορεί να βρει κανείς δεν λέγεται! Εκτός από αυτά του άρθρου, σπεύδω να προσθέσω:

1. Βρίσκομαι σε ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία του Λονδίνου. Θέλω να πάω στον έκτο όροφο. Στην πτέρυγα που είμαι υπάρχουν 2 ασανσέρ. Πατώ το κουμπι, φτάνει το ένα, στο οποίο και μπαίνω. Φάτσα-κάρτα ύπάρχει επιγραφή ασημί με σκαλιστά μαύρα γράμματα που λέει: "Αυτό το ασανσέρ πηγαίνει μόνο μέχρι τον 5 όροφο. Αν θέλετε να πάτε στον 6 μπορείτε: α) να χρησιμοποιήσετε αυτό το ασανσέρ μέχρι τον 5 όροφο και από εκεί -χρησιμοποιώντας τις σκάλες στα δεξιά σας να πάτε στον 6 ή β) Να επιστρέψετε στο εισόγειο και να χρησιμοποιήσετε το άλλο ασανσέρ.

Να΄'ναι καλά οι άνθρωποι! Αλλιώς τι θα κανα η έρμη; πώς θα πήγαινα στον έκτο; σιγά μη σκεφτόμουν από μόνη μου να πάω με τις σκάλες. ή να πάρω το άλλο ασανσέρ. μπορεί να σπούδασα, αλλά δεν είμαι και einstein, όλα κι όλα!

2. Όχι ακριβώς στην ίδια κατηγορία, αλλά στην ευρύτερη οικογένεια της ευθυνοφοβίας. Έκανα master στο Λονδίνο σε ένα από τα μεγαλυτερα πανεπιστήμια- στου οποίου τις εστίες και έμενα στον τέταρτο όροφο. Το δωματιάκι μου - όπως και κάθε δωμάτιο- είχε ένα παράθυρο, το οποίο δεν μπορούσαμε να το ανοίξουμε διάπλατα. Επειδή -όσο να πεις- τον θέλεις τον φρέσκο αέρα πού και πού, κατέβηκα στον υπεύθυνο της εστίας να του ζητήσω να μου το ξεμπλοκάρει. Εκεί έμαθα ότι για λόγους ασφαλείας είναι επίτηδες μπλοκαρισμένο. Μπορώ να το ξεμπλοκάρω; ρωτώ. Βεβαίως, μου απαντάει. Αλλά πρώτα πρέπει να υπογράψετε αυτό. Το αυτό ήταν μία υπεύθυνη δήλωσή ότι δεν θα αυτοκτονήσω από το συγκεκριμένο παράθυρο. Επιπλέον, αν αυτοκτονήσω θα μου επιβληθεί πρόστιμο. Και ερωτώ τώρα εγώ: α) αν αυτοκτονήσω επιτυχώς, το πρόστιμο θα βαρύνει τους δικούς μου; και β) αν αυτοκτονήσω από το παράθυρο του διπλανού δωματίου, ποιος θα το φάει το πρόστιμο; ε;


Αυτά είναι τα δύο πιο τρανταχτά παραδείγματα που μου ήρθαν αμέσως αμέσως στο μυαλό. Προσθέστε τις δικες σας εμπειρίες!!

05/07/2007

Debate με τον Λιακόπουλο

Ο συνδυασμός: blog --> http://rodiat7.blogspot.com/2007/05/17-05-2007.html + χρόνος για σκότωμα + λιακόπουλος γενικότερα, οδηγεί - αναπόφευκτα- στο παρακάτω post..

(σε μαύρο το απομαγνητοφωνημένο διάγγελμα του κ. Λιακόπουλου, σε μωβ και greenglish τα σχόλιά μου...θερμές ευχαριστίες στο blog από το οποίο πήρα την απομαγνητοφώνηση http://rodiat7.blogspot.com/2007/05/17-05-2007.html)



Γεια σας αγαπητοί φίλοι.

geia sou kai sena


Νόμοι οι οποίοι πρόκειται να κυκλοφορήσουνε,

eee...den thelw na eimai to spasiklaki tis ypothesis, alla nomizw (kai syggnwmi pou tolmw na sas diorthwsw kyrie liakopoule) oti oi nomoi den kykloforoune, opws gia paradeigma oi efimerides! (peripou opws o gaidaros den petaei)

και βεβαίως να εφαρμοστούνε αφ' ής στιγμής ετοιμάστηκαν, όχι τόσο στην Ελλάδα όσο στο εξωτερικό για το διαδίκτυο, για το ιντερνέτ, πρόκειται να βρεθούν μπροστά μας.

vre mania aytoi oi nomoi...oxi mono kykloforoun (ki oploforoun isws? :P) alla tsoup! tha vrethoun kai mprosta mas!


Νόμοι οι οποίοι πλέον δεν το αναγνωρίζουν πια όπως, ούτως ή άλλως, ήταν αναγνωρισμένο σαν μέσο τύπου, πώς είναι -ξέρω'γώ- οι τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα και τα λοιπά, οι εφημερίδες και τα περιοδικά, αλλά σαν ένα επίσημο χώρο στο οποίο θα γίνονται (γκουχ γκουχ) ανακοινώσεις ισολογισμών, ανακοινώσεις εταιρειών, το ένα το άλλο κ.τ.λ. επίσημος χώρος, αναγνωρισμένος απ' το κράτος.

Τι σημαίνει αυτό; Τα πε.. Ολο και περισσότερα μάτια, επίσημα πλέον θ' αρχίσουν να γυρίζουν προς το ιντερνέτ. Ξέρουμε ότι ο χώρος αυτός είναι ο χώρος τον οποίο όλοι ονειρευόμασταν να έχουμε σαν μέσον επικοινωνίας.

sygkinithika twra...apo ena oneiro tou liakopoulou ksekinise to internet kai koitakste poso makria eftase!

Μερικοί όμως, αγαπητοί φίλοι, τον ονειρεύονται σαν μέσο να πουλούν ναρκωτικά, να πουλούν όργανα παιδιών, να πουλούνε την αρρώστεια τους, (koita an kapoios thelei na poulisei tin gripoula tou kai kapoios thelei na tin agorasei, esena ti se peirazei?! :P) την παιδεραστία, ή να το χρησιμοποιούν, αγαπητοί φίλοι, για εκβιασμούς -έχουν συλληφθεί πάρα πολλοί για εκβιασμούς μέσω ιντερνέτ κ.τ.λ. (se periptwsi pou den to kserate eseis mikroi kai asxetoi tiletheates) σύσταση συμμοριών και ξέρω'γώ.(ti? den ksereis?! aisxos kai katesxyni!! )

Αυτούς όλους, οι οποίοι κάνουν περίεργα πράγματα (boooo...periiiiierga pragmata opws -sygxwra me panagitsa mou- to na lene ti gnwmi tous!!!) , πρέπει να τους εντοπίσουμε και να τους βάλουμε στην άκρη, διότι στο τόσο περιμένουν όλοι να πούνε "α, τι γινεται στο ιντερνέτ; στο ιντερνέτ βγαίνουν όλοι και βρίζουν ασύστολα, ασύστολα, βρίζουν συνέχεια, ή εκβιάζουν ή κάνουν το ένα ή κάνουν το άλλο".(kanoun to ena i to allo? kai poio einai to ena kai poio einai to allo? berdeytika!!) Αρα, αφ' ής στιγμής είναι ένας επίσημος χώρος το ιντερνέτ, δε μπορεί βρε αδερφέ όλοι ανώνυμα να βγαίνουν και να μιλάνε, όπως εγώ είμ' ο Λιακόπουλος Δημοσθένης και μιλάω, έτσι λέει θα πρέπει να μιλούν όλοι. Αυτό είναι που πράγματι θέλουμε; Εγώ βγαίνω επώνυμα και μιλάω, δε κολώνω, είναι σαφές, βγαίνω και μιλάω. (ax safes einai pou na min itane!!)

Ολοι βγαίνουν και μιλάνε όμως επώνυμα; Οχι, είναι κρυμμένοι πίσω από ένα com (note to self: an pote vrethw ypo katadiwksi na paw na kryftw pisw apo ena com. thanks mr liakopoulos! ), πίσω από ένα κανονισμό, πίσω από μια διάταξη (note to self no2: se periptwsi pou to com den einai diathesimo otan trexw na swthw i einai overcrowded apo olous aytous tous ksediantropous pou kryvontai pisw tou, yparxoun kai enallaktikes!! life is good!) , οι οποίες όμως θα λείψουν, και δυστυχώς θα λείψουν όλες. (tiii?!? pws?!? OLES? ki egw pou tha kryftw?!) Γιατί; Διότι η νέα τάξη των πραγμάτων έχει βάλει τα τσιράκια της μέσ' στο ιντερνέτ διεθνώς (aaaaa, e pes to nte na katalavoume ki emeis!) , και βεβαίως και στην Ελλάδα (oxi mono diethnws diladi alla KAI stin ellada!), τα οποία τι κάνουνε; (tiiiii?!) Βγαίνουν και κάνουνε μέσω διαδικτύου, μέσω ιντερνέτ, τέτοιες υπερβολές, τέτοιες ασχήμιες , τέτοιους εκβιασμούς και το ένα και το άλλο (grrr...pali ayto to ena kai ayto to allo...synexizw na min katalavainw!) , που, αναγκασμένο πλέον το κράτος, ε, εντός ή εκτός εισαγωγικών (entos i ektos? to entos eisagwgikwn fantazomai einai i aytou eksoxotis liakopoulos ws kratos!) , θα πει "ααα, όλοι πρέπει ν'ά'ναι φανεροί" και βεβαίως στο ιντερνέτ όχι μόνο θά'ναι όλοι φανεροί -εγώ για παράδειγμα φαίνομαι νά'μαι ο Λιακόπουλος και μιλάω επώνυμα. (e ma exeis katantisei kourastikos! grapsto sto koutelo sou vre aderfe "eimai o liakopoulos kai milaw epwnyma" na isixasoume ki emeis!)

Προσέξτε: (malista kyrie kathigita) Δε θα μπορείς να λες ό,τι θες! Αυτά που τυχόν εγώ λέω στο ιντερνέτ, αλλά δε λέω στη τηλεόραση διότι υπάρχει μία Αρχή (με τόνο ειρωνικό και αντίστοιχη χειρονομία) η οποία την επιβλέπει και θα μας κάνει ντα όλους κ.τ.λ. (nta kake dimosthenako, nta!) είναι γνωστό αυτό (tois pasoi), θα υπάρξει και στο ιντερνέτ μέσα σε μια νύχτα. Και ξέρετε τι θα γίνει τότε; Θα φιμωθούν όλες οι ελεύθερες φωνές. (kati pou vevaiws vevaiws esy mr liakopoulos den thes!) Οι ελεύθερες φωνές, που τι; Θέλουν ν' ασκήσουν κριτική ή θέλουν να πουν ελεύθερα τη γνώμη τους. Γιατί υπάρχουν εντός εισαγωγικών ελεύθερες φωνές που δεν είν' ελεύθερες (pali berdeytika), αλλά είναι τσιράκια, τα οποία τα παίρνουνε χοντρά (χτύπημα στο τραπέζι) ή για να δυσφημούν εταιρείες ή για να δυσφημούν ξέρω'γώ πρωθυπουργούς (wishful thinking) ή για να δυσφημούνε ξέρω'γώ απλούς ανθρώπους (makria apo mas!) και να τους εκβιάζουν και να τους λένε "δώσε τόσα για να το βουλώσω", "κι εγώ δε θα σταματήσω", λέει ο άλλος, "άμα δεν κάνετε αυτό κι αυτό, άμα δεν ακουμπήσετε τόσα", (ola ayta oi eleythereas fwnes pou den einai eleytheres alla tsirakia? mwre bravo!) και το ένα και το άλλο. ( e exeis katantisei varetos!)

Καταλαβαίνετε, αγαπητοί φίλοι, ότι τέτοιους ανθρώπους πρέπει όλοι οι φίλοι του διαδικτύου, όλοι αυτοί που είναι ερωτευμένοι με τις τηλεπικοινωνίες, (erwta, erwtaaaa mou erwta erwtaaaa erwta mou erwta erwtaaaa erwta mou! sorry alla tairiaze to laiko asma!) να τους απομονώσουν. Διότι, οι άνθρωποι αυτοί -έτσι;- οι άνθρωποι αυτοί τι κάνουν; (tiiii kyrie kathigita?) Κάνουν κακό στο διαδίκτυο.(e as fwnaksoume ekeini tin kyria apo tin proigoumeni paragrafo na tous kanei nta!) Με ποια έννοια; Οτι αυτούς θα χρησιμοποιήσει η νέα τάξη των πραγμάτων για να πει "να, είδατε τι γίνεται;" Για παράδειγμα, αν κάποιος φτιάξει μια ιστοσελίδα όπου ασκεί κριτική σε διακόσους διαφορετικούς ανθρώπους, και κάθε μέρα ασκεί κριτική σε έναν, κι αν κάποιος είναι πολύ στραβός του ασκεί κριτική ξέρω'γώ μια φορά το μήνα, -έτσι;- θα πούνε "αυτός ασκεί κριτική". Αν κάποιος θέλει να φτιάξει μια ιστοσελίδα.. κάνω εγώ μια ιστοσελίδα ( kai web designer o dimosthenis!) τώρα και πιάνω εσένα που με βλέπεις και κάθε μέρα σε βρίζω, χρόνια, συνέχεια, σε βρίζω, σ' εκβιάζω με κρυφά μηνύματα (opws ta heavy metal tragoudia -makria apo mas- pou exoun ta krymena minymata ama ta paikseis anapoda?) , με αυτά, δώσε τόσα, κάνε αυτό κ.τ.λ. [genikotero sxolio gia tis teleytaies 2 protaseis: meta apo 3 anagnwseis synexize na min vgazw noima!]

Κάτι τέτοιο, εννοείται, δε μπορεί να γίνεται αγαπητοί φίλοι για πλάκα. (ennoeitai) Κανείς δε μπορεί να είναι τόσο ανώμαλος νά'χει τέτοιες εμπάθειες.(ti les kale edw yparxoun anwmaloi pou se parakolouthoun!!) Γίνεται από άτομα που τα παίρνουν. Αυτοί λοιπόν που τα παίρνουν και κάνουν τέτοια, είναι και εκείνοι τους οποίους θα εκμεταλλευτεί η νέα τάξη των πραγμάτων και θα πει: "Δείτε ασχήμιες στο ιντερνέτ, δείτε ανωμαλίες!" (wow i nea taksi pragmatwn milaei!!) Αρα, όχι μόνο όλα φανερά θα λέγονται όλα και ενυπόγραφα, που εμένα προσωπικά βέβαια δε με πειράζει, (deite to koutelo! ) και πιστεύω ούτε και σας, ούτε τους σοβαρούς επαγγελματίες οι οποίοι υπάρχουν, στην Ελλάδα υπάρχουν οι καλύτεροι επαγγελματίες ιντερνέτ, για προσφορά υπηρεσιών μέσω ιντερνέτ, να κάνουν τη ζωή μας πιο δύσκολη, (3':28 απο το τέλος) (gkoux gkoux) είτε πολυκαταστήματα μέσω ιντερνέτ, που παν' τα πράγματα κατευθείαν σπίτι, γιατί στη σύγχρονη εποχή, κακά τα ψέμματα, ειδικά στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, οι μετακινήσεις έχουν γίνει πολύ δύσκολες.

Καταλαβαίνουμε λοιπόν, κάτι τόσο χρήσιμο, κάτι τόσο απλό, κάποιοι τα παίρνουν κι είναι σαφές, γιατί δε μπορεί να υπάρχουν εμπάθειες τώρα, για.. όταν κάποιος για χρόνια ολόκληρα συνέχεια, συνέχεια το ίδιο πράγμα, σημαίνει ότι δε μπορεί κανείς να είναι τόσο ανώμαλος κ.τ.λ. άρα τα παίρνει, είναι σαφές. (peri anwmalias ta eipame stin proigoumeni paragrafo) Ο λόγος του επομένως ακυρώνεται, ειδικά όταν είναι και ανώνυμος και κρυφός -φλώρικος κοινώς. (a re liakopoule braveheart!) Οπότε, καταλαβαίνετε αγαπητοί φίλοι, ότι η νέα τάξη των πραγμάτων.. ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΤΙ ΛΕΩ ΤΩΡΑ, ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ.. (malista kyrie syggnwmi pou aferethika!!) Ασχετα αν μερικοί συμφωνούν με όλα όσα λέω ή με τα μισά ή καθόλου και τό ένα και το άλλο. ΑΥΤΟΥΣ ΘΑ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΙ Η ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ, ΚΑΙ ΘΑ ΠΕΙ "ΔΕΙΤΕ ΡΕ ΤΙ ΑΣΧΗΜΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΙΝ' ΑΥΤΑ".. (polylogou ayti i nea taksi pragmatwn!)

Αρα, όχι μόνο θα είναι επώνυμα όλα όσα λέγονται στο ιντερνέτ, αλλά θα περνούν κι από λογοκρισία, κι οι ιστοσελίδες θ' αρχίσουν να κατεβάζουν στόρια (kalokairaki erxetai vlepeis ti na sou kanoun ki aytes!) , και όλοι θα δρούνε μόνο με τους κανόνες που η νέα τάξη των πραγμάτων θα βάζει. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι οι πράκτορες της νέας τάξης των πραγμάτων είναι αυτοί που όχι δρούν ανώνυμα -οι πιο πολλοί είν' ανώνυμοι στο ιντερνέτ, αυτό δεν πειράζει- αλλά δρουν περίεργα, δρουν όχι ανώνυμα, απλά δρουν ανώμαλα.(den iksera oti to anwmala einai to antitheto toy anwnyma! telos pantwn to paravlepw kai synexizw: afou loipon den droun anwnyma poio to provlima sou? (ypenthymizw to kyrigma merikes paragrafous prin peri epwnymias klp). Διότι, οι εμμονές, ξαναλέω (ki ayto emmoni den einai?!) , συνέχεια το ίδιο, το ίδιο, το ίδιο, κάποιος να το κάνει.. ξαναλέω.. (ksana?!!) γίνεται μια.. υπάρχουν ιστοσελίδες για παράδειγμα, που γράψαν ότι "ο Λιακόπουλος αυτά που λέει δε στέκουν με τίποτα", "τί' ν' αυτά;", λέει, "απαράδεκτα" έγραψ' ο άλλος. Δικαίωμά του να τα γράψει, κριτική ασκεί.. ή να γράψει ο άλλος "εμένα δε μ' αρέσουν τα βιβλία του Λιακόπουλου", δικαίωμά του να τ' αρέσει ή να μη τ' αρέσει, και μένα μ' αρέσουν άλλα, άλλα δε μ' αρέσουν. Εγώ είμ' εκδότης, εκδίδω πάσης φύσεως βιβλία.(kai se eixa pareksigisei nomiza oti eksedides mono koula vivlia. apologies :p)

Ωστόσο, αγαπητοί φίλοι, σκεφτείτε κάποιον που με εμμονή.. αλλά αυτό που έγινε; στις σελίδες που είπα έγινε μια φορά στους έξι μήνες, μια φορά στους πέντε μήνες, μια φορά το χρόνο, μια φορά τη διμηνία.. για κάτι συγκεκριμμένο. Σκεφτείτε όμως, ξαναλέω (eipes kati gia emmoni?!) , να κάνω εγώ μια σελίδα που πιάνω κάποιον.. πιάνω ας πούμε τον πρωθυπουργό της χώρας και τον βρίζω συνέχεια, συνέχεια, συνέχεια, συνέχεια. Δε μπορεί τόσο πια.. τόση ανωμαλία! Αρα, από κάπου θα τά 'παιρνα εγώ για να κάνω αυτό το πράγμα, έτσι δεν είναι; Οταν κάτι το κάνεις συνέχεια τα παίρνεις! (poly psinomai na kanw twra ena sxolio peri aynanismou....) Κι όταν τα παίρνεις, είσ' αναξιόπιστος, είσ' ένα ρεμάλι, ένα τίποτα. (episis tyflwnesai, koufenesai ktl..)

Καταλαβαίνουμε λοιπόν αγαπητοί φίλοι, ότι αυτού του είδους τις ιστοσελίδες θα εκμεταλλευτούνε και τι θα γίνει; Εγώ, πάντοτε ό,τι λέω γίνεται.(meta ton profiti ilia kai ton nostradamo oxi to xaos, alla o dimosthenis!) Αν δεν περιχαρακώσουμε (mipws ennoeis perifrourisoume?) την ελευθερία την πραγματική του λόγου, όχι την ελευθερία "τα παίρνω και λέω", -έτσι δεν είναι;- (etsi etsi, pws alliws...)"και βρίζω και κάνω και ράνω".. Αν δεν περιχαρακώσουμε την ελευθερία του λόγου την πραγματική, εκείνο που θα κάνουν είναι όχι μόνο επώνυμα θα πρέπει να μιλάνε όλοι αλλιώς κλείνεις, αλλά τι; Θα πρέπει να περνάει από λογοκρισία κάθε τι που λένε, κι οποιοσδήποτε μιλάει όχι μόνο λογοκρισία: Πρόστιμα, φέσια, όπως τρώνε τα κανάλια τα τηλεοπτικά. (adynato na parakolouthisw!!)
Χαμός! Τι έκανες στην ιστοσελίδα σου; τι είπες; αυτό; επιτρέπεται να το πεις; Δέκα χιλιάδες ευρώ! Πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ! Χίλια ευρώ! Δεν έχεις ιστοσελίδα. Ξαναβγήκες; Ποινικό αδίκημα! Φάε και τόση φυλακή!

Αγαπητοί φίλοι, καταλαβαίνετε ότι αυτά που λέω ισχύουν στην τηλεόραση, στα ραδιόφωνα και στις εφημερίδες. Τα ίδια θα 'ρθούν στο ιντερνέτ. Για να μπορέσουν να τα περάσουν όμως θέλουνε πολλά παραδείγματα και πολλούς σπιούνους -για να μη τη λέξη "ρουφιάνους", αν και θα τους άξιζε (eee....molis tin eipes!) - οι οποίοι κάνουν αυτή τη βρώμικη δουλειά για λογαριασμό της νέας τάξης των πραγμάτων. Αυτό το μήνυμά μου, παρακαλώ να το κάνετε λινκ παντού (gia ayto na eisai sigouros!) , για να το δούνε όπου μιλούν ελληνικά. Και θα πρέπει να βγει και στ' αγγλικά (stiriksou panw mas se mas tous ellines tis ksenitias!) , για να περάσει το πραγματικό μήνυμα για το πραγματικά ελεύθερο ιντερνέτ. Ευχαριστώ πολύ, σας εύχομαι ΔΥΝΑΤΑ ΚΙ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. (ti akrivws simainei ayti i eyxi? ase, kalytera pou den katalavainw...)




04/07/2007

Όχι για πονηρά μυαλά!


Συνάδελφός μου (γυναίκα) κάπου γύρω στα 40 κάτι, μόλις εμφανίστηκε στο γραφείο κρατώντας το παραπάνω αντικείμενο επειδικτικά.

"Είναι όντως πολύ ανοιχτόμυαλοι οι άνθρωποι εδώ στο Λονδίνο" σκέφτηκα. Μία γυναίκα δεν φοβάται να έρθει στη δουλειά με ένα αντικείμενο που -στην τελική- δεν ξέρεις πότε θα σου χρειαστεί βρε αδερφέ! Όταν την ρώτησα τι είναι (καθότι πλασάρω πολύ αθώο προφίλ στη δουλειά) δεν πήρα την απάντηση που περίμενα. Όχι, τελικά οι άγγλοι ίσως να μην είναι και τόσο ανοιχτόμυαλοι! Μου είπε ότι πρόκειται για banana guard, μία θήκη δηλαδή όπου βάζεις ερμμ..την μπανάνα σου για να την προστατέψεις από της κακοτοπιές της καθημερινότητας. Health and safety που λένε εδώ στο Αγγλία.

Η εν λόγω συνάδελφος μου εξήγησε πόσο χρήσιμο της έχει φανεί το gadget αυτό, και μου έστειλε και link για το website που τα πουλάει. Και ρωτάω εγώ: Φαίνομαι τόσο στερημένη;;

"Μην ντρέπεσαι" θέλω να της φωνάξω! "Ας απενοχοποιήσουμε τον δονητή, είτε πρόκειται για μπανάνα, είτε για κάτι που έχει απλώς το σχήμα της! " Συγκρατούμαι όμως και συνεχίζω να το παίζω χαζή, γελόντας κάτα από τα μουστάκια μου (αν και δεν έχω μουστάκια, κάνω κερί). Και αναρωτιέμαι τι ακριβώς κάνει το κουμπάκι Νο2...

Η φωτογραφία της ημέρας


Ή μάλλον της χθεσινής μέρας! Χαλαζοκαταιγίδα στο Λονδίνο. (Το ξέρω ότι δεν υπάρχει τέτοια λέξη, αλλά θα εισηγηθώ τη νομιμοποίηση της χρήσης της, αφού αυτό ακριβώς ήταν!)

Ευτυχώς εκείνη την ώρα έβαζα πλυντήριο (ποτέ δε φανταζόμουν ότι θα μου φαινόταν τόσο φιλόξενο και ζεστό το κατά τα άλλα απαίσιο και μουντό πλυντήριο της γειτονιάς!). Σήμερα έχει ήλιο. Προς το παρόν.

03/07/2007

Η φωτογραφία της ημέρας











Μα τι οργασμός χρωμάτων- και διαθέσεων. Εξαντρίκ στυλιστικές προτάσεις από το ζεύγος Κλίντον. Μουσταρδί και Ροδί οι νέες τάσεις της μόδας. Τύφλα να 'χει ο Γαβαλάς. Μέχρι και στο solarium τον ξεπέρασαν!

(Μάλλον αποτυχημένη) Προσπάθεια εντυπωσιασμου (aka πρώτη δημοσίευση)

Καλημέρα!
Ποια είμαι; Μαγια, κατά βάθος συγγραφές (το βάθος αναφέρεται στο γεγονός ότι μόνο εγώ το ξέρω, αφού σταμάτησα να γράφω συστηματικά περίπου στα 13), κατά πλάτος ακόμα ψάχνομαι (βλέπε περνάω τις ώρες μου σε γραφείο μπροστά σε υπολογιστή, προσποιούμενη ότι δουλύω - καλή ώρα- ενώ σερφάρω στο ίντερνετ, μορφώνμαι με την wikipedia, ψωνίζω online και ονειρεύομαι πώς θα γίνω μία μέρα μεγάλη και τρανή συγγραφέας). Θα μπορούσα βέβαια να αφιερώνω όλον αυτόν τον χρόνο στο γράψιμο, αλλά περιμένω την εμπνευση! (Είμαι σίγουρη ότι της είχα δώσει ραντεβού, αλλά πού να πάρει σειρά, η δόλια, όταν υπάρχουν τόσα video να δει κανείς στο youtube και τόσες προσφορές στο amazon. Για να μην αναφέρω το facebook! - το myspace το έχω ξεπεράσει πλέον, το τσεκάρω μόνον 2-3 φορές την ημέρα-).
Σήμερα λοιπόν αποφάσισα ότι ένας από τους λόγους που δεν γράφω (ενώ είμαι απόλυτα πεπεισμένη ότι είμαι γεννημένη συγγραφέας) είναι ότι δεν με εκφράζει η πληκτρολόγηση. Ναι αυτό είναι. Είμαι φαίνεται της παλιάς σχολής, μία καθώς πρέπει συγγραφέας, η οποία γράφει κυρίως για την χαρά της πράξης της γραφής, για την ηδονή που της δίνει να κρατάει το στυλό και να βλέπει τις άσπρες σελίδες να γεμίζουν με μαύρα (ενίοτε και μπλε) γράμματα. ( έχω συναρπαστική ζωή, το ξέρω).

Τώρα που νιώθα υπεράνω, μάλλον θα πρέπει να εξηγήσω πώς - αφού τόσο περιφρονώ την πληκτρολόγηση (και τους υπολογιστές κατ' επέκταση και την νέα τεχνολογία κατα ακόμη πιο επέκταση)- πώς λοιπόν όλα αυτά εμφανίζονται σε οθόνη υπολογιστή με γραμματοσειρά verdana (εγώ tahoma ήθελά αλλα δεν είχε!) και εναμισάρι διάστιχο. Ε ναι λοιπόν. Τα γράφω στο χέρι και μετά τα πληκτρολογώ. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι είμαι απλώς αργόσχολη. Στο οποίο σπεύδω να αντιπαραθέσω ότι, αν όντως ήμουν αργόσχολη, απλώς θα σκάναρα τις σελίδες του ταπεινού μου τετραδίου (κι επειδή μ'αρέσει να ακριβολογώ, δεν πρόκειται καν για τετράδιο. Ένα τιποτένιο μπλοκ Α4 είναι!). Δεν το κάνω όμως: Τρανή απόδειξη ότι όχι μόνο δεν είμαι αργόσχολη (τι κακεντρέχεια, θεέ μου!), αλλά είμαι επίσης και συμπονετική φύση, αφού δεν υποβάλω τους αναγνώστες μου (τις ορδές των αναγνωστών μου) στην επίπονο διαδικασία αποκρυπτογράφησης των ορνιθοσκαλισμάτων μου.

[Επίσης ενώ είμαι απίστευτα καλή στο να λέω ψέματα face to face, είμαι τελείως άχρηστη στο να λέω ψέματα γραπτώς. Πράγμα που αναπόφευκτα με οδηγεί στην ομολογία: Δεν έχω σκάνερ. Ούτε υπολογισή (τουλάχιστον όχι υπολογιστή που δουλεύει όπως πρέπει) στο σπίτι.]

Αφού ξέπλυνα από πάνω μου την αμαρτία του ψέματος, συνεχίζω.

Σε αυτό το blog λοιπόν έχω σκοπό να γράφω ότι μου έρχεται στο μυαλό. Να φλυαρώ χωρίς λόγο (και χωρίς αναγνώστες, φαντάζομαι). Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω ακριβώς γιατί το κάνω. Η φίλη μου η Μαρία λέει πως τα μη θεματικά blogs δεν έχουν επιτυχία. Για αυτό κι εγώ δεν θα της πω ότι έφτιαξα το δικό μου μη θεματικό blog. Όχι. Θα περιμένω την επιτυχία και μετά θα της στείλω το θριαμβευτικό link. Εκτός αν -περιμένοντας την επιτυχία- μου έρθει θεία έμπνευση και το κάνω θεματικό το blog μου, στην οποία περίπτωση θα της στείλω το link ευχαριστώντας την για τη συμβουλή και υπενθυμίζοντάς της ότι όπως εγώ την ακούω έτσι πρέπει να με ακούει κι αυτή. Όλο και κάτι θα θέλω να της ζητήσω στο άμεσο μέλλον!

Αυτά προς το παρόν. Ώρα να γυρίσω στη δολειά.

Μάγια



Στιχάκι της ημέρας (γιατί έχουμε και βαθύτερες ανησυχίες):

Ο χρόνος πετάει
μα εγώ φτερά δεν έχω
Κι ακόμα και αν είχα
θα ήταν από κερί


(Αν αποτύχω ως συγγραφέας θα εκδόσω ημεροδείκτη τοίχου με τέτοιου τύπου στιχάκια πίσω από κάθε μέρα. Το παραπάνω θα είναι το στιχάκι της Πρωτοχρονιάς εννοείται)